Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2013

Οι δοκιμασίες βοηθούν να συνέλθουν οι άνθρωποι - Γέρων Παϊσιος

Οι δοκιμασίες βοηθούν να συνέλθουν οι άνθρωποι - Γέρων Παϊσιος



- Κάνε υπομονή, αδελφή μου, και μη χάνεις την ελπίδα σου στον Θεό. Όπως κατάλαβα από όλες τις δοκιμασίες που περνούν οι δικοί σου, ο Θεός σας αγαπάει και επιτρέπει όλες αυτές τις δοκιμασίες για ένα λαμπικάρισμα πνευματικό ολόκληρης της οικογένειας.
Εάν εξετάσουμε κοσμικά τις δοκιμασίες της οικογένειάς σου, φαίνεστε δυστυχισμένοι. Εάν όμως τις εξετάσουμε πνευματικά, είστε ευτυχισμένοι, και στην άλλη ζωή θα σας ζηλεύουν όσοι θεωρούνται σε τούτη την ζωή ευτυχισμένοι.
Με αυτόν τον τρόπο ασκούνται και οι γονείς σου, μια που τον αρχοντικό τρόπο, τον πνευματικό, δεν τον γνωρίζουν ή δεν τον καταλαβαίνουν. Πάντως, κρύβεται ένα μυστήριο στις δοκιμασίες του σπιτιού σου, αλλά και σε ωρισμένα άλλα σπίτια, ενώ γίνεται τόση προσευχή! «Τις οίδε τα κρίματα του Θεού;». Ο Θεός να βάλη το χέρι Του και να δώση τέρμα στις δοκιμασίες.
- Γέροντα, δεν γίνεται οι άνθρωποι να συνέλθουν με άλλον τρόπο και όχι με κάποια δοκιμασία;
- Πριν επιτρέψη ο Θεός να έρθη μια δοκιμασία, εργάστηκε με καλό τρόπο, αλλά δεν τον καταλάβαιναν, γι' αυτό μετά επέτρεψε την δοκιμασία. Βλέπετε, και όταν ένα παιδί είναι ανάποδο, στην αρχή ο πατέρας του το παίρνει με το καλό, του κάνει τα χατίρια, αλλά, όταν εκείνο δεν αλλάζη, τότε του φέρεται αυστηρά, για να διορθωθή. Έτσι και ο Θεός μερικές φορές, όταν κάποιος δεν καταλαβαίνη με το καλό, του δίνει μια δοκιμασία, για να συνέλθη. Αν δεν υπήρχε λίγος πόνος, αρρώστιες κ.λπ., θα γίνονταν θηρία οι άνθρωποι· δεν θα πλησίαζαν καθόλου στον Θεό.
Η ζωή αυτή είναι ψεύτικη και σύντομη· λίγα είναι τα χρόνια της. Και ευτυχώς που είναι λίγα, γιατί γρήγορα θα περάσουν οι πίκρες, οι οποίες θα θεραπεύσουν τις ψυχές μας σαν τα πικροφάρμακα.
Βλέπεις, οι γιατροί, ενώ οι καημένοι οι άρρωστοι πονούν, τους δίνουν πικρό φάρμακο, γιατί με το πικρό θα γίνουν καλά, όχι με το γλυκό. Θέλω να πω ότι και η υγεία από το πικρό βγαίνει, και η σωτηρία της ψυχής από το πικρό βγαίνει.

Πες με το νου σου «Ελέησέ με, Θεέ μου», και ολοκληρώθηκε η προσευχή σου.

Πες με το νου σου «Ελέησέ με, Θεέ μου», και ολοκληρώθηκε η προσευχή σου.

12 Αυγ 2011

Χωρίς Σχόλια

DSC00012.jpg

«Και πώς είναι δυνατό, λέγει, άνθρωπος κοσμικός, που είναι προσηλωμένος στο δικαστήριο, κάθε τρεις ώρες της ημέρας να προσεύχεται και να τρέχει στην Εκκλησία; Είναι δυνατό και πολύ εύκολο. Γιατί, κι αν δεν είναι εύκολο να πας στην Εκκλησία, καθώς στέκεσαι εκεί μπροστά στις πόρτες κι είσαι προσηλωμένος στο δικαστήριο, είναι δυνατό να προσευχηθείς. Γιατί δε χρειάζεται τόσο φωνή, όσο σκέψη, ούτε έκταση των χεριών, όσο τεντωμένη ψυχή, ούτε κάποια στάση, αλλά πίστη.

Γιατί κι αύτη η Άννα δεν εισακούστηκε επειδή έβγαλε δυνατή και μεγάλη φωνή, αλλ' επειδή φώναξε δυνατά μέσα στην καρδιά της. Γιατί «η φωνή της δεν ακουόταν» (Α' Βασ. /, 13), λέγει, αλλά την άκουγε ο Θεός.

Το ίδιο έκαναν πολλές φορές και πολλοί άλλοι, και ενώ ο άρχοντας μέσα φώναζε, απειλούσε, έκανε χειρονομίες, μαινόταν, αυτοί, στεκόμενοι μπροστά στις κλειστές πόρτες και λέγοντας λίγα λόγια προσευχής με το νου τους, όταν μπήκαν μέσα τον μετέβαλαν και τον καταπράυναν και τον έκαναν ήμερο, από άγριος που ήταν. Και δεν εμποδίστηκαν καθόλου, ούτε από τον τόπο, ούτε από την ώρα, ούτε από τη σιωπή για την προσευχή αυτή.

Αυτό λοιπόν κάνε κι εσύ! Στέναξε βαθειά, φέρε στη μνήμη σου τις αμαρτίες σου, στρέψε το βλέμμα σου στον ουρανό, πες με το νου σου «'Ελέησέ με, Θεέ μου», και ολοκληρώθηκε η προσευχή σου.

Γιατί αυτός που είπε «ελέησέ με», έδειξε εξομολόγηση και μετάνιωσε για τα αμαρτήματά του.

Γιατί το να ζητούν έλεος ταιριάζει σ' αυτούς που αμάρτησαν. Αυτός που είπε «ελέησέ με», πήρε συγχώρηση των σφαλμάτων του.

Γιατί αυτός που ελεήθηκε δεν κολάζεται. Αυτός που είπε «ελέησέ με», κέρδισε τη Βασιλεία των Ουρανών.

Γιατί αυτόν που θα ελεήσει ο Θεός, δεν απαλλάσσεται μόνο απ' τη κόλαση, αλλά γίνεται άξιος και των μελλοντικών αγαθών.

Ας μην προφασιζόμαστε λοιπόν λέγοντας, ότι δεν υπάρχει κοντά μας οίκος προσευχής. Γιατί εμάς τους ίδιους έκανε ναούς η χάρη του Πνεύματος του Θεού, εάν βέβαια είμαστε άγρυπνοι, ώστε να έχουμε από παντού μεγάλη ευκολία.

Η λατρεία μας δεν είναι τέτοια, όπως ήταν παλαιότερα των Ιουδαίων, που είχε πολύ το υλικό στοιχείο και απαιτούσε πολλή απασχόληση. Εκεί ο προσευχόμενος έπρεπε να ανεβεί στο ιερό, να αγοράσει τρυγόνια, να χρησιμοποιήσει ξύλα και φωτιά, να πάρει μαζί του μαχαίρι και το θύμα, γιατί εσύ ο ίδιος είσαι και ιερέας και θυσιαστήριο και θύμα. 
PIC0177.jpgΌπου λοιπόν κι αν βρίσκεσαι, μπορείς να στήσεις το βωμό, δείχνοντας μόνο νηφάλια πρόθεση, και σε τίποτα δεν σε εμποδίζει ο τόπος, ούτε σε εμποδίζει η ώρα, αλλά και χωρίς να γονατίσεις, χωρίς να χτυπήσεις το στήθος σου και χωρίς να υψώσεις τα χέρια σου στον ουρανό, μόνο εάν δείξεις θερμή διάνοια, ολοκλήρωσες το άπαν της προσευχής.

Είναι δυνατό ακόμα και γυναίκα, που κρατάει ρόκα και υφαίνει, να στρέψει το βλέμμα νοερά στον ουρανό και να επικαλεσθεί με θερμότητα το Θεό.

Μπορεί και άνθρωπος που πηγαίνει στην αγορά και βαδίζει μόνος του να κάνει μακρές προσευχές.

Κι άλλος, που κάθεται στο εργαστήριο και ράβει δέρματα, μπορεί να αφιερώσει τη ψυχή του στο Δεσπότη.

Είναι δυνατό και ο δούλος και αυτός που ψωνίζει, και αυτός που ανεβαίνει και αυτός που κατεβαίνει, και αυτός που εργάζεται στο μαγειρείο, όταν δεν μπορούν να έρθουν στην εκκλησία, να κάνουν προσευχή μακρά και ζωηρή.

Ο Θεός δεν ντρέπεται τον τόπο. Ένα πράγμα μόνο ζητά, θερμή διάνοια και ψυχή γεμάτη σωφροσύνη.

Και για να δεις ότι δεν χρειάζονται σχήματα και τόποι και ώρες γενικά, αλλά γενναίο και διεγερμένο φρόνημα, ο Παύλος, ενώ ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα στη φυλακή και δεν στεκόταν όρθιος (γιατί δεν τον άφηνε το ξύλο στο οποίο ήταν δεμένα τα πόδια του), επειδή, όντας ξαπλωμένος, προσευχήθηκε με προθυμία, ταρακούνησε τη φυλακή και τράνταξε τα θεμέλιά της και έδεσε τον αρχιφύλακα και τον οδήγησε ύστερα από αυτά στην ιερή μυσταγωγία (Πράξ. 17,25-34).

Και ο Εζεκίας επίσης χωρίς να στέκεται όρθιος, ούτε να είναι γονατισμένος, αλλά ξαπλωμένος ανάσκελα στο κρεβάτι, εξαιτίας της αρρώστιας, γύρισε τον εαυτό του προς τον τοίχο, και με το να επικαλεστεί θερμά και με σώφρονα ψυχή το Θεό, και την απόφαση που είχε ανακοινωθεί ανακάλεσε και πολλή συμπάθεια κέρδισε και ξαναβρήκε όπως πριν την υγεία του.

Κι αυτό θα μπορούσε να το δει κανείς να συμβαίνει όχι μόνο σε άγιους και μεγάλους άνδρες, αλλά και σε κακούς.

Γιατί και ο ληστής δεν στάθηκε σε ευκτήριο οίκο, ούτε γονάτισε, αλλά τεντωμένος πάνω στο σταυρό, με λίγα λόγια πέτυχε τη Βασιλεία των Ουρανών.

Άλλος μέσα σε βούρκο και σε λάκκο (Ιερ.45,6),

άλλος μέσα σε λάκκο και ανάμεσα σε θηρία (Δαν. 6,22),

άλλος μέσα στην ίδια την κοιλιά του κήτους(Ίωνα,2,2-Ι0),

αφού παρακάλεσαν το Θεό, όλα όσα τους απειλούσαν τα διέλυσαν και πέτυχαν την εύνοια του Θεού.

Και βέβαια λέγοντας αυτά σας προτρέπω να πηγαίνετε συνεχώς στις Εκκλησίες, και στο σπίτι να προσεύχεστε με πολλή ησυχία, κι όταν έχετε ελεύθερη ώρα να γονατίζετε και να ανυψώνετε τα χέρια, κι όταν έχετε ελεύθερη ώρα να γονατίζετε και να ανυψώνετε τα χέρια.

Εάν όμως είτε εξαιτίας της ώρας, είτε εξαιτίας του τόπου μείναμε ανάμεσα σε πολλούς άλλους, να μην παραλείπετε εξαιτίας αυτού τις συνηθισμένες προσευχές, αλλά να προσεύχεσθε μ' αυτόν τον τρόπο, που είπα στην αγάπη σας, και να παρακαλείτε το Θεό, με τη βεβαιότητα ότι δεν θα έχετε τίποτα λιγότερο με αυτή την προσευχή.

Αυτά σας τα είπα όχι για να με θαυμάσετε και να χειροκροτήσετε, αλλά για να τα εφαρμόσετε έμπρακτα και να αφιερώνετε τις ώρες της νύχτας και της ημέρας και της εργασίας στις προσευχές και τις δεήσεις».



(Αγ. Ι. Χρυσοστόμου, Δ΄ομιλία «Περί Άννης»)

Η ανυπόφορη θλίψη από τη θεία εγκατάλειψη!

Η ανυπόφορη θλίψη από τη θεία εγκατάλειψη!



5453_1035846395233_1797672678_76853_7737056_n.jpg

Στην αρχή ο άνθρωπος προσελκύεται από το Θεό με τη δωρεά της χάρης, κι όταν έχει πια προσελκυσθεί, τότε αρχίζει μακρά περίοδος δοκιμασίας. Δοκιμάζεται η ελευθερία του ανθρώπου και η εμπιστοσύνη του στο Θεό, και δοκιμάζεται «σκληρά».
Στην αρχή οι αιτήσεις προς το Θεό, μικρές και μεγάλες, ακόμη και οι παρακλήσεις που μόλις εκφράζονται, εκπληρώνονται συνήθως με γρήγορο και θαυμαστό τρόπο από το Θεό.
Όταν όμως έλθει η περίοδος της δοκιμασίας, τότε όλα αλλάζουν και σαν να κλείνεται ο ουρανός και να γίνεται κουφός σ' όλες τις δεήσεις.
Για το θερμό χριστιανό όλα στη ζωή του γίνονται δύσκολα. Η συμπεριφορά των ανθρώπων απέναντι του χειροτερεύει, παύουν να τον εκτιμούν αυτό που ανέχονται σ' άλλους, σ' αυτόν δεν το συγχωρούν, η εργασία του πληρώνεται, σχεδόν πάντοτε, κάτω από το νόμιμο, το σώμα του εύκολα προσβάλλεται από ασθένειες. Η φύση, οι άνθρωποι, όλα στρέφονται εναντίον του.
Παρότι τα φυσικά του χαρίσματα δεν είναι κατώτερα από τα χαρίσματα των άλλων, δεν βρίσκει ευνοϊκές συνθήκες να τα χρησιμοποίηση. Επί πλέον υπομένει πολλές επιθέσεις από τις δαιμονικές δυνάμεις και το αποκορύφωμα είναι η ανυπόφορη θλίψη από τη θεία εγκατάλειψη.
Τότε κορυφώνεται το πάθος του, γιατί πλήττεται ο όλος άνθρωπος σ' όλα τα επίπεδα της υπάρξεως του.
Ο Θεός εγκαταλείπει τον άνθρωπο; ...; Είναι δυνατό αυτό; ...;
Κι εν τούτοις στη θέση του βιώματος της εγγύτητας του Θεού έρχεται στην ψυχή το αίσθημα πως Εκείνος είναι απείρως, απροσίτως μακριά, πέρα από τους αστρικούς κόσμους κι όλες οι επικλήσεις προς Αυτόν χάνονται αβοήθητες στο αχανές του κοσμικού διαστήματος. H ψυχή εντείνει εσωτερικά την κραυγή της προς Αυτόν, αλλά δεν βλέπει ακόμα ούτε βοήθεια ΟΥΤΕ προσοχή. Όλα τότε γίνονται φορτικά.
Όλα κατορθώνονται με δυσανάλογα μεγάλο κόπο. H ζωή γεμίζει από μόχθους κι αναδεύει μέσα στον άνθρωπο το αίσθημα πως βαραίνει πάνω του η κατάρα και η οργή του Θεού.
Όταν όμως περάσουν αυτές οι δοκιμασίες, τότε θα δει πως η θαυμαστή πρόνοια του Θεού τον φύλαγε προσεκτικά σ' όλες τις πτυχές της ζωής του.
Χιλιόχρονη πείρα, που παραδίνεται από γενιά σε γενιά, λέει πως, όταν ο Θεός δει την πίστη της ψυχής του αγωνιστή γι' Αυτόν, όπως είδε την πίστη του Ιώβ, τότε τον οδηγεί σε αβύσσους και ύψη που είναι απρόσιτα σ' άλλους.
Όσο πληρέστερη και ισχυρότερη είναι η πίστη και η εμπιστοσύνη του ανθρώπου στο θεό, τόσο μεγαλύτερο θα είναι και το μέτρο της δοκιμασίας και η πληρότητα της πείρας, που μπορεί να φτάσει σε μεγάλο βαθμό.
Τότε γίνεται ολοφάνερο πως έφτασε στα όρια, που δεν μπορεί να ξεπεράσει ο άνθρωπος.

γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ 

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2013

ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΚΑΚΟΔΟΞΩΝ ΜΑΥΡΟΜΑΓΟΥΛΙΣΤΩΝ!!!

ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΚΑΚΟΔΟΞΩΝ ΜΑΥΡΟΜΑΓΟΥΛΙΣΤΩΝ!!!

Ο ΚΑΚΟΣ ΧΩΡΙΚΟΣ ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗ ΠΙΘΗΚΟΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ 

                                                                            της    Μύριαμ Κ. Ρόδος

Μια φορά και ένα καιρό, σε ένα χωριό κατοικούσαν ήσυχοι και ευσεβείς άνθρωποι. Ήταν όλοι δεμένοι μεταξύ τους και βοηθούσε ο ένας τον άλλο σε κάθε δυσκολία τους και έτσι ζούσαν σαν αδέλφια, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Εκεί στο χωριό όμως, ζούσε και ένας πολύ μοχθηρός άνθρωπος, ποτέ του δεν γελούσε και δεν ευχαριστιόταν με τίποτα. Όταν έβλεπε τους συγχωριανούς του να μαζεύονται και να μιλούν αγαπημένοι, αυτός ζήλευε και σκεφτόταν πως θα τους βάλει να φαγωθούν για να γελάσει και το δικό του χειλάκι. Μόνο όταν τσακώνονταν οι άλλοι, αυτός ένιωθε χαρούμενος. Τα μάγουλα αυτού του κακού ανθρώπου, ήταν κατάμαυρα από την κακία και την μοχθηρία που είχε. Ποτέ δεν τα έβλεπες ροδοκόκκινα σαν τους άλλους χωρικούς και έτσι τον φώναζαν μαυρογυαλούρη. Ο μαυρογυαλούρης πάντα καθόταν μόνος του, γιατί δεν καταδεχόταν την παρέα  των άλλων χωρικών. 
Μια μέρα αποφάσισε να πάει στο βουνό για να σκεφτεί τι μπορεί να κάνει, για να  φέρει διχόνοια και μίσος μεταξύ τους. Πήρε λοιπόν μερικά βιβλία μαζί του, φαγητό και νερό για αρκετό καιρό και ξεκίνησε για το βουνό. Όταν έφτασε εκεί κάθισε σε ένα δέντρο να ξαποστάσει και να σκεφτεί τι θα μπορούσε να φέρει την διχόνοια σε αυτούς τους ανθρώπους. Καθώς σκεφτόταν ώρες ξαπλωμένος κάτω από το δέντρο, τα μάτια του φωτίστηκαν και ένα χαμόγελο διαβολικό, μαρτυρούσε ότι βρήκε ποιο σημείο ήταν αυτό, που θα έκανε τους χωρικούς να διασπαστούν και να μαλώσουν. Άρχισε τότε να διαβάζει και να σημειώνει ακατάπαυστα, σταματούσε μόνο να φάει και να πιει νερό. Κάποια στιγμή μετά από ώρες μελέτης, ένιωσε την παρουσία κάποιου ζώου, σηκώνει τα μάτια και βλέπει έναν μαύρο λύκο να τον κοιτάει. Στην αρχή τρόμαξε, αλλά μετά τον είδε φιλικό και ησύχασε. Θα πεινάει είπε και έβγαλε αμέσως κάτι, να του δώσει να φάει. Ο λύκος έφαγε την τροφή που του έδωσε ο χωρικός και μετά κάθισε κοντά του. Δεν έφυγε από εκεί λεπτό, ήταν σαν να τον συντρόφευε και να τον ενθάρρυνε, για το μοχθηρό σχέδιο που είχε βάλει στο κεφάλι του ο χωρικός.
Μια μέρα ο μαυρογυαλούρης, σταμάτησε να διαβάζει και να γράφει, δεν μπορούσε να συνεχίσει με τίποτα. Κάπου είχε σκαλώσει και δεν μπορούσε να σκεφτεί καθόλου. Ο λύκος που φαινόταν να είχε καταλάβει τι συμβαίνει, πήγε κοντά του και άρχισε να του μιλάει με ανθρώπινη φωνή. Που κόλλησες φίλε μου; πες να σε βοηθήσω εγώ. Να δεν ξέρω πως να συνδυάσω τον Θεό και το δημιούργημα του έτσι όπως θέλω εγώ. Γιατί χάρη στα θεόπνευστα βιβλία, δεν μπορώ να βρω κάτι για να τα αντικρούσω και να συνεχίσω. Τότε ένα γέλιο σατανικό ακούστηκε, σαν να ερχόταν από τα έγκατα της γης, σείστηκε όλο το βουνό. Ο χωρικός τρόμαξε για μια στιγμή και κοιτούσε τον λύκο με φόβο, ο λύκος φυσικά κατάλαβε τον φόβο του και σταμάτησε αμέσως. Με φοβάσαι; τον ρώτησε και προσπάθησε να τον καθησυχάσει. Ναι λίγο, για να σου πω την αλήθεια τρόμαξα, να σε ρωτήσω και εγώ κάτι λύκε μου; του είπε ο χωρικός. Ότι θέλεις ρώτα με, αποκρίθηκε ο λύκος. Πως μπορείς να με καταλαβαίνεις; και πως μιλάς ανθρώπινα; Α!!! πολύ εύκολο είναι αυτό, εσύ μου άνοιξες την πόρτα της καρδιάς και του μυαλού σου και έτσι αφού είμαι μέσα σου, με καταλαβαίνεις και σε καταλαβαίνω, είμαστε ένα τώρα πια.
Αφού μίλησαν και ξεκαθάρισαν κάποια πράγματα, ο λύκος του είπε να καθίσει για να του πει τον τρόπο που θα διχάσει τους συγχωριανούς του. Κοίτα θα ξεκινήσεις με την δημιουργία του κόσμου, εκεί είναι η ρίζα και εκεί πρέπει να χτυπήσεις, για να έχεις αποτέλεσμα και να γίνεις πιστευτός και έτσι άρχισε να λέει στον κακό χωρικό, ολόκληρο το σχέδιο του. Θα ισχυρισθείς ότι ο άνθρωπος είναι η εξέλιξη του πίθηκα, ενός ζώου που έχει τα περισσότερα όμοια χαρακτηριστικά του ανθρώπου. Βέβαια θα είναι δύσκολο γιατί είναι αδύνατον να έχει τέτοια εξέλιξη ένα ζώο. Δες γύρω σου και πες μου τι βλέπεις. Εκείνη την ώρα, να σου ένας κόρακας που πετούσε ψηλά πάνω από τα δέντρα. Είναι δυνατόν ένας κόρακας να μεταλλαχθεί μετά από χιλιάδες ή εκατομμύρια χρόνια και να γίνει περιστέρι; Όχι είπε ο άνθρωπος, αυτό είναι αδύνατον. Το ξέρω απάντησε ο λύκος και γιαυτό θα είναι δύσκολο το έργο σου. Καταρχάς θα φορέσεις αυτό που θα σου δώσω και βγάζει μια προβιά αρνιού και του την δίνει. Φόρα την, είναι μαγική και είναι αόρατη δεν θα φαίνεται. Μα τότε γιατί να την φορέσω; μα άνθρωπε μου έχει μαγικές ιδιότητες, με αυτή την προβιά δεν θα φαίνονται τα μοχθηρά μάτια σου. Οι άνθρωποι θα βλέπουν έναν καλοσυνάτο άνθρωπο, που θα έχει όλες τις καλοσύνες στο πρόσωπο του. Η φωνή σου θα γίνει γλυκιά και θα ακούνε ευκολότερα το κάλεσμα σου. Α! εντάξει, αν είναι έτσι θα την φορέσω, γιατί όλοι με λένε κακό και μοχθηρό με το που με βλέπουν, γιατί δεν μπορώ να κρύψω τα συναισθήματά μου.
Έτσι ο φθονερός χωρικός, φόρεσε την προβιά και με την βοήθεια του λύκου, ξεκίνησε για το χωριό. Εκεί άρχισε το έργο του και προσπαθούσε να σπείρει το ζιζάνιο της διχόνοιας και της πλάνης στους ανθρώπους. Μερικοί τον άκουγαν με ενδιαφέρον γιατί ο πονηρός άρχιζε με πρόλογο τον Θεό. Στην συνέχεια βέβαια τους έλεγε την ιστορία της μετάλλαξης και της εξελικτικής δημιουργίας με τον πίθηκο πρωταγωνιστή και μετά με το κράμα επιστήμης, θρησκείας, ιστορίας και αερολογίας. Όσοι τον άκουσαν και τον πίστεψαν, αμέσως άρχισαν να συνοδεύονται από έναν μαύρο λύκο, που τους συντρόφευε μέρα νύχτα και τους καθοδηγούσε. Όμως δεν άργησαν να τον καταλάβουν κάποιο άνθρωποι και άρχισε ένα κυνηγητό, για να σώσουν τους υπόλοιπους από τα νύχια των λύκων. Γιατί οι λύκοι που τους συντροφεύουν και είναι σαν πιστά σκυλάκια δίπλα τους, σκοπό έχουν να τους παρασύρουν, στο μαύρο τούνελ της ανυπαρξίας και μετά να τους κατασπαράξουν την ψυχή. Στο χωριό αυτό ο αγώνας  ενάντια στους πιθηκάνθρωπους λύκους  για την σωτηρία της ψυχής των συνανθρώπων, συνεχίζεται και ο μαυρομαγουλάρας με τους λύκους  φανερώνονται. Και έτσι έζησαν αυτοί  οι χωρικοί, με την ευλογία και την προστασία του Θεού καλά και εμείς καλύτερα.

ΠΗΓΗ:http://myriamkrodos.blogspot.gr/2013/09/blog-post.html

Η ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΑΙΣΘΗΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ!!!

Η ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΑΙΣΘΗΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ!!!

Eπεισόδιο 2: "Η ψευδαίσθηση του αισθητού κόσμου" Αισθήσεις και πραγματικότητα ή μάλλον ανθρώπινες αισθήσεις και το αδιόρατο, ισότροπο και ομογενές Σύμπαν που μας περιβάλλει. Είναι άραγε άμεσο και αληθινό αυτό που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας; Υπάρχουν στην πραγματικότητα όλα αυτά που παρατηρούμε, αγγίζουμε, γευόμαστε και βλέπουμε; Μήπως όλα είναι μια εικονική πραγματικότητα; Μήπως όλα αυτά τα οποία αντιλαμβανόμαστε με τις ατελείς ανθρώπινες αισθήσεις μας αποτελούν, όπως λέμε σήμερα, ένα matrix, δηλαδή μια πλαστή εικόνα, την οποία δημιουργεί η ανθρώπινη φυσιολογία μέσω του εγκεφάλου και των αισθητηρίων οργάνων μας; Είναι γεγονός πλέον ότι οι νέες, πειραματικά επιβεβαιωμένες όμως, επιστημονικές απόψεις για την ύλη και τα παράγωγά της ανατρέπουν, ή πολλές φορές, ενισχύουν δόγματα τόσο επιστημονικά όσο θεολογικά και κοινωνικά. Κατ' αυτόν τον τρόπο μας οδηγούν σε νέες πολιτισμικές προτεραιότητες τις οποίες θα πρέπει γνωρίσουμε και να ξέρουμε, αφού αυτές πια θα καθορίζουν και θα καθοδηγούν τη ζωή μας.

Πρωτ. Θεόδωρος Ζήσης - Συμπληρωματικά σχόλια στο κήρυγμα της Κυριακής μετά την Ύψωσιν (Video 2013)

Πρωτ. Θεόδωρος Ζήσης - Συμπληρωματικά σχόλια στο κήρυγμα της Κυριακής μετά την Ύψωσιν (Video 2013)





ΘΕΜΑΤΑ τα οποία σχολιάζει ο σεβαστός δάσκαλός και καθηγητής  μας είναι: 1ον Περί του ψευδούς  επιχειρήματος τόσο εκ των Οικουμενιστών όσο και ανθρώπων μακράν της Εκκλησίας ότι οι παραδοσιακοί πιστοί και ειδικοί θεολογούντες, δήθεν, δεν κάνουν διάλογο στα θέματα πίστεως(;!!!)
2ον Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, μετέχει στον διάλογο για να πείσει τους ανθρώπους για την Αλήθεια την οποία πιστεύει ότι κατέχει!
3ον Άν ορισμένοι απο μάς έχουμε αμφιβολία για την Αλήθεια ή ΔΕΝ έχουμε επιχειρήματα είναι καλύτερα να ΜΗΝ κάνουμε διάλογο!
4ον Όσοι δεν έχουν γνώσεις Θεολογικές, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ανάγκη, να καθίσουνε να κάνουνε διάλογο με αιρετικούς!
5ον Ο διάλογος μέσα στην Εκκλησία μας γίνεται, υπό την ΒΑΣΙΚΗ προϋπόθεση  ότι οι αλήθειες της πίστεως μας είναι αξιώματα/δόγματα,όχι με την ένοια του δογματικού/ισμού ή αμετάπειστου!
6ον Οι αλήθειες της Εκκλησίας μας είναι Θεϊκές και ΌΧΙ ανθρώπινες!!!
7ον Οι "Σύμβουλοι" Του Θεού(;!)
8ον Μπορεί κανείς να αμφισβητήσει τα αξιώματα της επιστήμης Γεωμετρίας;
9ον Θα θέσουμε στον διάλογο μας με τους αιρετικούς, υπό αμφισβήτηση τα αξιώματα/δόγματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας;
10ον Γεροντομανία και γεροντολατρεία άνευ προϋποθέσεων;Πνευματικοί/γέροντες Νεονικολαϊτές στην Θεσσαλονίκη και όχι μόνο, ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΟΥΝ, τις προγαμιαίες σχέσεις και τους μικτούς γάμους(;!!!) Π.Ν.Ξ.

Η εξομολόγηση είναι θεοπαράδοτη εντολή

Η εξομολόγηση είναι θεοπαράδοτη εντολή

28 Ιαν 2012

Χωρίς Σχόλια

 drf_CRW_4376.jpg
Η εξομολόγηση είναι θεοπαράδοτη εντολή και αποτελεί ένα των μυστηρίων της Εκκλησίας μας. Η εξομολόγηση δεν είναι μία τυπική, από συνήθεια «για το καλό» και λόγω των επικείμενων εορτών, βεβιασμένη και πρόχειρη πράξη από ένα και μόνο καθήκον ή υποχρέωση και προς ψυχολογική εκτόνωση. Η εξομολόγηση θα πρέπει νάναι συνδυασμένη πάντοτε με τη μετάνοια. Μας έλεγε Αγιορείτης Γέροντας: Πολλοί εξομολογούνται, λίγοι μετανοούν! (Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης) 

Η μετάνοια είναι μία ελεύθερη, καλλιεργημένη, εσωτερική διεργασία επιμελημένη, συντριβής και λύπης, για την απομάκρυνση από τον Θεό διά της αμαρτίας. Η μετάνοια η αληθινή δεν συνδυάζεται με την αφόρητη θλίψη, την υπερβολική στενοχώρια και τις αδυσώπητες ενοχές. Τότε δεν είναι μάλλον ειλικρινής μετάνοια, αλλά κρυφός εγωισμός, στραπατσάρισμα του «εγώ», θυμός με τον εαυτό μας, που εκδικείται γιατί εκτίθεται και ντροπιάζεται και δεν ανέχεται κάτι τέτοιο. Μετάνοια σημαίνει αλλαγή νου, νοοτροπίας, μεταβολισμός, εγκεντρισμός χρηστοήθειας, μίσος της αμαρτίας. Μετάνοια ακόμη σημαίνει αγάπη της αρετής, καλοκαγαθία, επιθυμία, προθυμία και διάθεση σφοδρή επανασυνδέσεως με τον Χριστό διά της Χάριτος του πανσθενουργού Αγίου Πνεύματος. Η μετάνοια ξεκινά από τα βάθη της καρδιάς, ολοκληρώνεται όμως απαραίτητα στο μυστήριο της θείας και ιεράς εξομολογήσεως. 

Ο εξομολογούμενος εξομολογείται ειλικρινά και ταπεινά ενώπιον του εξομολόγου, ως εν προσώπω του Χριστού. Κανένας επιστήμονας, ψυχολόγος, ψυχαναλυτής, ψυχίατρος, κοινωνιολόγος, φιλόσοφος, θεολόγος δεν μπορεί ν' αντικαταστήσει τον εξομολόγο. Καμία εικόνα, έστω και η πιο θαυματουργή, δεν μπορεί να δώσει αυτό που δίνει το πετραχήλι του εξομολόγου, την άφεση των αμαρτιών. Ο εξομολόγος αναλαμβάνει τον εξομολογούμενο, τον υιοθετεί και τον αναγεννά πνευματικά, γι' αυτό και ονομάζεται πνευματικός πατέρας. Η πνευματική πατρότητα κανονικά είναι ισόβια, ιερή και δυνατή, δυνατότερη και συγγενικού δεσμού. Ο πνευματικός τοκετός είναι οδυνηρός. Ο εξομολόγος με φόβο Θεού «ως λόγον αποδώσων», γνώση, ταπείνωση και αγάπη παρακολουθεί τον αγώνα του εξομολογούμενου και τον χειραγωγεί διακριτικά στην ανοδική πορεία της εν Χριστώ ζωής. 

Ο εξομολόγος ιερεύς έχει ειδική ευλογία από τον επίσκοπο για το εξομολογητικό του έργο. Κανονικά όμως το χάρισμα του «δεσμείν και λύειν» αμαρτίες το λαμβάνει με τη χειροτονία του εις πρεσβύτερο. Καθίσταται διάδοχος των αγίων αποστόλων. Έτσι σημασία κύρια και μεγάλη έχει η εγκυρότητα και η κανονικότητα της αποστολικής διαδοχής διά των επισκόπων. Το μυστήριο της εξομολογήσεως όπως και όλα τ' άγια μυστήρια της Εκκλησίας μας τελεσιουργούνται και χαριτώνουν τους πιστούς όχι κατά την αξία, ικανότητα, επιστημοσύνη, λογιοσύνη, ευφράδεια, δραστηριότητα και τέχνη του ιερέως, ακόμη και την αρετή και αγιότητά του, αλλά τη διά της κανονικότητος της ιερωσύνης και του Τελεταρχικού Παναγίου Πνεύματος. Οι τυχόν αμαρτίες του ιερέως δεν εμποδίζουν τη θεία Χάρη των μυστηρίων. Αλλοίμονο αν αμφιβάλλουμε αν κατά την αναξιότητα του ιερέως το ψωμί και το κρασί έγινε σώμα και αίμα Χριστού κατά τη θεία Λειτουργία. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι ο ιερεύς δεν θα πρέπει μόνιμα ν' αγωνίζεται για την καθαρότητά του. Έτσι δεν υπάρχουν καλοί και κακοί εξομολόγοι. Όλοι οι εξομολόγοι την ίδια άφεση δίνουν. Έχουμε όμως το δικαίωμα επιλογής του εξομολόγου. Μπορούμε να προστρέξουμε σε αυτόν που αληθινά μας αναπαύει. Δεν είναι σοβαρή όμως η συνεχής αλλαγή εξομολόγου. Δεν φανερώνει κάτι τέτοιο πνευματική ωριμότητα. Ούτε όμως και οι εξομολόγοι θα πρέπει να στενοχωρούνται παράφορα και να δημιουργούν μάλιστα και προβλήματα όταν αναχωρήσει κάποιο πνευματικό τους τέκνο. Ίσως τούτο σημαίνει πως ήταν νοσηρά συνδεδεμένοι μαζί του, συναισθηματικά, προσωποπαγώς, δεμένοι με το πρόσωπό του και όχι με τον Χριστό και την Εκκλησία, και θεωρούν την αναχώρηση προσβολή, μείωση, ότι δεν υπάρχει καλύτερος ή μία αίσθηση ότι οι άλλοι μας ανήκουν αποκλειστικά και μπορούμε να τους εξουσιάζουμε και να τους φερόμαστε μάλιστα εξαναγκαστικά ως καταπιεσμένους και ανελεύθερους υποτακτικούς. Είπαμε βέβαια πως ο εξομολόγος είναι πνευματικός πατέρας και ο πνευματικός τοκετός ενέχει οδύνη. Έτσι είναι φυσικό να λυπάται για την αναχώρηση του υιού του. Προτιμότερο όμως είναι να εύχεται για την πνευματική του πρόοδο και τη σύνδεσή του με την Εκκλησία, έστω και παρά την αποσύνδεσή του από τον ίδιο. Να εύχεται και όχι να απεύχεται. 

Το έργο του εξομολόγου δεν είναι μόνο η απλή ακρόαση των αμαρτιών του εξομολογούμενου και η ανάγνωση στο τέλος της συγχωρητικής ευχής. Ούτε πάλι περιορίζεται μόνο στην ώρα της εξομολογήσεως. Ο εξομολόγος σαν καλός πατέρας φροντίζει συνεχώς το τέκνο του, το ακούει και το παρακολουθεί προσεκτικά, το νουθετεί κατάλληλα, το κατευθύνει ευαγγελικά, τονίζει τα τάλαντά του, δεν του θέτει υπερβολικά βάρη, το κανονίζει μέτρια όταν πρέπει, το οικονομεί όταν απογοητεύεται, βαρύνεται, δυσανασχετεί, αποκάμνει, το θεραπεύει ανάλογα, δεν το αποθαρρύνει ποτέ, συνεχίζοντας τον αγώνα παθοκτονίας και αρετοσυγκομιδής, μορφώνοντας στην ψυχή του την αθάνατη Χριστό. 

Η αναπτυσσόμενη αυτή πατρική και υιική σχέση εξομολόγου και εξομολογούμενου δημιουργεί μία άνεση, εμπιστοσύνη, σεβασμό, ιερότητα και ανάταση. Ο εξομολογούμενος ανοίγει την καρδιά του στον εξομολόγο και του εκθέτει τα πιο κρύφια, τα πιο δόλια, τα πιο ακάθαρτα, όλα τα μυστικά του, πράξεις απόκρυφες και επιθυμίες βλαβερές, ακόμη και αυτά που δεν θέλει να ομολογήσει στον ίδιο του τον εαυτό και δεν λέει στον πιο στενό συγγενή του και τον καλύτερο φίλο του. Έτσι ο εξομολόγος θα πρέπει απόλυτα να σεβασθεί αυτή την απεριόριστη εμπιστοσύνη του εξομολογούμενου. Η εμπιστοσύνη αυτή επαυξάνεται οπωσδήποτε και από το γεγονός ότι ο εξομολόγος είναι αυστηρά δεσμευμένος, μέχρι θανάτου μάλιστα, από τους θείους και Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας με το απόρρητο της εξομολογήσεως.
c-portail.jpgΣτην ορθόδοξη εξομολογητική δεν υπάρχουν βέβαια γενικές συνταγές, γιατί η πνευματική καθοδήγηση της κάθε μοναδικής ψυχής γίνεται εξατομικευμένα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ανεπανάληπτος, με ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση, άλλο χαρακτήρα, διάφορες δυνάμεις και δυνατότητες, όρια, εφέσεις, αντοχές, γνώσεις, ανάγκες και διαθέσεις. Ο εξομολόγος με τη Χάρη του Θεού και τη θεία φώτιση θα πρέπει να διακρίνει όλ' αυτά, ώστε ν' αποφασίσει τί καλύτερα θα πρέπει να χρησιμοποιήσει για να βοηθήσει τον εξομολογούμενο. Άλλοτε χρειάζεται η επιείκεια και άλλοτε η αυστηρότητα. Δεν είναι για όλους πάντοτε τα ίδια. Ούτε ο εξομολόγος θα πρέπει νάναι πάντα αυστηρός, έτσι μόνο για να λέγεται αυστηρός και να εκτιμάται. Ούτε υπερβολικά επιεικής, για να προτιμάται και να λέγεται πνευματικός πατέρας πολλών. Χρειάζεται φόβος Θεού, διάκριση, τιμιότητα, ειλικρίνεια, ταπείνωση, μελέτη, γνώση και προσευχή. 

Η «οικονομία» δεν απαιτείται από τον εξομολογούμενο. Ούτε είναι ορθό να γίνει κανόνας από τον εξομολόγο. Η «οικονομία» θα πρέπει να παραμείνει εξαίρεση. Η «οικονομία» επίσης θα πρέπει να είναι πάντα προς καιρόν (Αρχιμ. Γεώργιος Γρηγοριάτης). Όταν εκλείψουν οι λόγοι που την επιβάλλουν ασφαλώς δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται. Για την ίδια αμαρτία μπορούμε να έχουμε πολλούς διαφορετικούς τρόπους προς αντιμετώπισή της. 

Ο κανόνας δεν είναι πάντοτε απαραίτητος. Ο κανόνας δεν είναι τιμωρία. Είναι παιδαγωγία. Ο κανόνας δεν τίθεται προς ικανοποίηση του προσβληθέντος Θεού και εξιλέωση του αμαρτωλού ενώπιον της Θείας δικαιοσύνης. Αυτή είναι μια καθαρά αιρετική διδασκαλία. Ο κανόνας συνήθως τίθεται στην ανώριμη μετάνοια, προς συναίσθηση και συνειδητοποίηση του μεγέθους της αμαρτίας. Η αμαρτία κατά την ορθόδοξη διδασκαλία δεν είναι τόσο παράβαση του νόμου, όσο έλλειψη αγάπης στο Θεό. Αγάπα και κάνε ό,τι θέλεις, έλεγε ο ιερός Αυγουστίνος. 

Ο κανόνας τίθεται προς ολοκλήρωση της μετάνοιας του εξομολογούμενου, γι' αυτό, καθώς ορθά λέγει ο π. Αθανάσιος Μετεωρίτης, όπως ο εξομολόγος δεν επιτρέπεται να κοινοποιεί τις αμαρτίες του εξομολογούμενου, έτσι κι ο εξομολογούμενος δεν επιτρέπεται να κοινοποιεί στους άλλους τον κανόνα που του έθεσε ιδιαίτερα ο εξομολόγος, που είναι συνισταμένη πολλών παραμέτρων. 

Ο εξομολόγος λειτουργεί ως χορηγός της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Κατά την ώρα του μυστηρίου δεν λειτουργεί ως ψυχολόγος και επιστήμονας. Λειτουργεί ως ιερεύς, ως έμπειρος ιατρός, ως φιλόστοργος πατέρας. Ακούγοντας τ' αμαρτήματα του εξομολογούμενου προσεύχεται να τον φωτίσει ο Θεός. να δώσει το καλύτερο φάρμακο προς θεραπεία, να σφυγμομετρήσει τον βαθμό και την ποιότητα της μετανοίας του. Ο εξομολόγος δεν στέκεται απέναντι στον εξομολογούμενο με περιέργεια, καχυποψία, ζήλεια, υπερβολική αυστηρότητα, εξουσιαστικότητα και αλαζονεία, αλλά ούτε και αδιάφορα, επιπόλαια, απρόσεκτα και κουρασμένα. Η ταπείνωση, η αγάπη και η προσοχή του εξομολόγου θα βοηθήσει πολύ τον εξομολογούμενο. Ούτε ο εξομολόγος θα πρέπει να κάνει πολλές, περιττές και αδιάκριτες ερωτήσεις. Ιδιαίτερα θα πρέπει να διακόπτει τις λεπτομερείς περιγραφές διαφόρων αμαρτημάτων και ιδιαίτερα σαρκικών, ακόμη και τις αναφορές ονομάτων, ώστε ν' ασφαλίζεται περισσότερο. Ο εξομολογούμενος πάλι δεν θα πρέπει να φοβάται, να δειλιάζει και να ντρέπεται, αλλά να σέβεται, να εμπιστεύεται, να τιμά και να ευλαβείται τον εξομολόγο. Αυτό το κλίμα πάντως της ιερότητος, αλληλοσεβασμού και εμπιστοσύνης κυρίως θα το καλλιεργήσει, εμπνεύσει και δημιουργήσει ο εξομολόγος. 

Η αγία μητέρα μας Ορθόδοξη Εκκλησία είναι το σώμα του Αναστημένου Χριστού, είναι ένα απέραντο θεραπευτήριο, αποθεραπείας των ασθενών αμαρτωλών πιστών, από τα τραύματα, τις πληγές και τις ασθένειες της αμαρτίας, των παθογόνων δαιμόνων και των ιοβόλων δαιμονικών παγίδων και επηρειών των δαιμονοκίνητων παθών. 

Η Εκκλησία μας δεν είναι παράρτημα του υπουργείου κοινωνικής προνοίας, ούτε συναγωνίζεται να ξεπεράσει τους διάφορους συλλόγους κοινωνικής ευποιΐας, δίχως διόλου ν' αρνείται το σπουδαίο και αγαθό αυτό έργο και να μη το επιτελεί πλούσια, επαινετά και θαυμάσια, αλλά κυρίως είναι η χορηγός νοήματος της ζωής, λυτρώσεως και σωτηρίας των πιστών «υπέρ ων Χριστός απέθανεν» διά της συμμετοχής τους στα μυστήρια της Εκκλησίας. Το πετραχήλι του Ιερέως είναι πλάνη, όπως έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης, που λειαίνει και ισιάζει τους ανθρώπους, είναι θεραπευτικό νυστέρι παθοκτονίας και όχι μιστρί εργασιομανίας ή σύμβολο εξουσίας. Είναι υπηρετική ποδιά διακονίας των ανθρώπων προς θεραπεία και σωτηρία.
13554_1095863855632_1797672678_195967_2980581_n.jpgΟ Θεός χρησιμοποιεί τον ιερέα για τη συγχώρηση του πλάσματός του. Το λέγει χαρακτηριστικά η ευχή: «Ο Θεός συγχωρήσαι σοι δι' εμού του αμαρτωλού πάντα, και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι. και ακατάκριτόν σε παραστήσαι εν τω φοβερώ αυτού Βήματι. περί δε των εξαγορευθέντων εγκλημάτων μηδεμίαν φροντίδα έχων, πορεύου εις ειρήνην». Ανεξομολόγητες αμαρτίες θα βαραίνουν τον άνθρωπο και στον μέλλοντα αιώνα. Εξομολογημένες αμαρτίες δεν εξομολογούνται. Είναι σαν να μη πιστεύει κανείς στην χάρη του μυστηρίου. Ο Θεός τα γνωρίζει, αλλά θα πρέπει προς άφεση, ταπείνωση και ίαση να εξαγορευθούν. Η ενίοτε επιτίμηση αμαρτιών δεν αναιρεί την αγάπη της Εκκλησίας, αλλά αποτελεί παιδαγωγική επίσκεψη προς καλύτερη συναίσθηση των πταισμάτων. 

Κατά τον όσιο Νικόδημο τον Αγιορείτη «η εξομολόγησις είναι μία θεληματική διά στόματος φανέρωσις των πονηρών έργων και λόγων και λογισμών, κατανυκτική, κατηγορητική, ευθεία, χωρίς εντροπήν, αποφασιστική, προς νόμιμον πνευματικόν γινομένη». Ο θεοφόρος όσιος ευσύνοπτα, μεστά και σημαντικά αναφέρει πως η εξομολόγηση πρέπει να γίνεται θεληματικά, ελεύθερα, αβίαστα, ανεξανάγκαστα, δίχως ο εξομολόγος ν' άγχεται να εκμαιεύσει την ομολογία του εξομολογούμενου. Με κατάνυξη, συναίσθηση δηλαδή της λύπης που προκάλεσε ειλικρινά με την αμαρτία στον Θεό. Όχι συναισθηματικά, υποκριτικά, λιπόψυχα δάκρυα. Κατάνυξη γνήσια που σημαίνει συντριβή, μεταμέλεια, μίσος της αμαρτίας, αγάπη της αρετής, επίγνωση ευγνωμοσύνης στον Δωρεοδότη Θεό. Κατηγορητική σημαίνει υπεύθυνη εξομολόγηση, δίχως δικαιολογίες, υπεκφυγές, στρεψοδικίες, ανευθυνότητες και μεταθέσεις, με ειλικρινή αυτομεμψία και γνήσια αυτοεξουθένωση, που φέρει τη χαρμολύπη και το χαροποιό πένθος της Εκκλησίας. Ευθεία σημαίνει εξομολόγηση με κάθε ειλικρίνεια, ευθύτητα και ακρίβεια, ανδρεία και θάρρος, αυστηρότητα και γενναιότητα. Συμβαίνει ακόμη και την ώρα αυτή ο άνθρωπος να μη παραδέχεται την ήττα του, την πτώση και την αδυναμία του και με ωραιολογίες και μακρυλογίες να μεταθέτει τα ποσοστά ευθύνης του, με περιστροφές και μισόλογα, κατηγορώντας και τους άλλους, προκειμένου να φυλάξει ακόμη και τώρα ατσαλάκωτο το εγώ του. Χωρίς εντροπή εξομολόγηση σημαίνει παρουσίαση του πραγματικού οικτρού εαυτού μας. Η ντροπή είναι καλή προ της αμαρτίας και όχι μετά και μπροστά στον εξομολόγο. Η προ του εξομολόγου ντροπή λέγουν θα μας ελευθερώσει από τη ντροπή στην έσχατη κρίση, αφού ό,τι συγχωρήσει ο εξομολόγος δεν θα ξανακριθεί. Αποφασιστική εξομολόγηση σημαίνει να είναι καθαρή, συγκεκριμένη, ειλικρινής και με την απόφαση να μη επαναλάβει τα εξομολογηθέντα αμαρτήματα ο πιστός. Ακόμη η εξομολόγηση θα πρέπει να είναι συνεχής, ώστε τα φιλεπίστροφα, κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος, πάθη να μη ισχυροποιούνται, αλλά αντίθετα σύντομα να θεραπεύονται. Έτσι δεν λησμονούνται οι αμαρτίες, υπάρχει τακτικός έλεγχος, αυτοπαρατήρηση, αυτοέλεγχος, αυτογνωσία και αυτομεμψία, δεν εγκαταλείπει η Θεία Χάρη και οι δαιμονικές παγίδες συντρίβονται ευκολότερα και η μνήμη του θανάτου δεν είναι φοβερή και τρομακτική. 

Συμβαίνει συχνά-πυκνά και τ' ομολογούμε με πολύ πόνο και περισσή αγάπη το κήρυγμα να μην είναι τόσο ορθόδοξο. Δηλαδή να εξαντλείται σ' ένα ακόμη σχολιασμό της φθηνής επικαιρότητος και να μετατρέπεται κατά κάποιο τρόπο ο ιερός άμβωνας σε τηλεοπτικό «παράθυρο», όπου λέμε και εμείς τη γνώμη μας για τα τρέχοντα και συμβαίνοντα. Όμως τ' ορθόδοξο κήρυγμα κυρίως είναι εκκλησιολογικό, χριστολογικό, σωτηριολογικό, αγιολογικό και ψυχωφελές. Το κήρυγμα της μετανοίας από των Προφητών, του Τιμίου Προδρόμου, του Σωτήρος Χριστού και πάντων των αγίων παραμένει λίαν επίκαιρο και αναγκαίο. Βασική προϋπόθεση της μετοχής στ' άγια μυστήρια και της ανοδικής πνευματικής πορείας είναι η καθαρότητα της καρδιάς. Καθαρότητα από την ποικίλη αμαρτία, το πνεύμα της απληστίας και της ευδαιμονίας της σύγχρονης υπερκαταναλωτικής κοινωνίας, το πνεύμα της αντίθεης υπερηφάνειας ενός κόσμου ναρκισσευόμενου, ατομικιστικού, αταπείνωτου, αφιλάνθρωπου, υπερφίαλου και παράδοξου, το δαιμονικό πνεύμα των πονηρών λογισμών, των φαντασιών και φαντασιώσεων, των καχυποψιών και ζηλοφθονιών, των ακάθαρ­των και σκοτεινών. 

Κατάντησε δυσεύρετο κόσμημα η καθαρότητα της καρδιάς, στις αδελφικές σχέσεις, τις συζυγίες, τις συναδελφικές υποχρεώσεις, τις φιλίες, τις συζητήσεις, τις σκέψεις, τις επιθυμίες, τις ιερατικές κλήσεις. Τα λεγόμενα μέσα μαζικής ενημερώσεως ξέπεσαν σε ρυπογόνες εστίες. Λησμονήθηκε η νηπτική εγρήγορση, η ασκητική νηφαλιότητα, η παραδοσιακή ολιγάρκεια, απλότητα και λεβεντιά. Έτσι μολύνεται το λογιστικό της ψυχής, διεγείρεται στην απληστία το επιθυμητικό και αμβλύνεται σοβαρά το βουλητικό, ώστε αδύναμος ο άνθρωπος να παρασύρεται στο κακό δίχως φραγμό και όρια. 

Επικρατεί η αυτοδικαίωση, η δικαιολόγηση των παθών, η ωραιοποίηση της αμαρτίας, η κατοχύρωσή της διά νέων ψυχολογικών ερεισμάτων. Θεωρείται μείωση, αδυναμία και λάθος η παραδοχή του λάθους, η ανάληψη της ευθύνης και η ταπεινή αποδοχή του σφάλματος. Η συνεχής δικαιολόγηση του εαυτού μας και η επιμελημένη μετάθεση ευθυνών δημιουργούν ένα άνθρωπο συγχυσμένο, διχασμένο, ταραγμένο, ταλαιπωρημένο, δυστυχισμένο και εγωπαθή, εμπαιζόμενο από τον δαίμονα, αιχμαλωτιζόμενο από αυτόν στ' άφωτα δίχτυα του. 

Κυριαρχεί ένας ανόητος ορθολογισμός, ο οποίος επιλέγει ευαγγελικές αρετές και συνοδικούς κανόνες, κατά την αρέσκεια, προτίμηση και ευκολία, σε σοβαρά θέματα νηστειών, εγκράτειας, τεκνογονίας, ήθους, σεμνότητος, αιδούς, τιμιότητος και ακριβείας. 
15438_1092068960762_1797672678_189368_7337753_n.jpg


Κατόπιν όλων τούτων, τα οποία δεν νομίζω ότι υπερβάλλουμε, θεωρούμε ότι οι εξομολόγοι δεν έχουν εύκολο έργο. Δεν αρκεί πλέον η χειραγωγία στη μετάνοια και η καλλιέργεια της ταπεινώσεως, αλλά χρειάζεται το ποίμνιο κατήχηση, επαναευαγγελισμό, κα­τάρτιση, μεταβολισμό πνευματικό προς απόκτηση ισχυρών αντισωμάτων. Απαραίτητη η αντίσταση, αντίδραση και αντιμετώπιση του σφοδρού ρεύματος της αποϊεροποιήσεως, της εκκοσμικεύσεως, του αποηρωισμού, του ευδαιμονισμού, του πλουτισμού και κορεσμού. Ιδιαιτέρως προσοχής, διδαχής και αγάπης έχουν ανάγκη οι νέοι, που η αγωγή δεν τους βοηθά να συνειδητοποιήσουν το νόημα και το σκοπό της ζωής, το κενό, το άκοσμο, το άνομο, το άφωτο της αμαρτίας. 

Σοβαρό πρόβλημα αποτελεί ακόμη και για τους χριστιανούς μας η αγχώδης συχνά αναζήτηση μιας ά­κοπης, άμοχθης και άλυπης ζωής. Αναζητούμε Κυρηναίους. Δεν αποδεχόμεθα την άρση του προσωπικού μας σταυρού. Δεν γνωρίζουμε το βάθος και το εύρος του σταυρού. Προσκυνούμε τον σταυρό στην εκκλησία, κάνουμε τον σταυρό μας, αλλά δεν ασπαζόμαστε τον προσωπικό μας σταυρό. Τελικά θέλουμε ένα ασταύρωτο Χριστιανισμό. Δεν υπάρχει όμως Πάσχα δίχως Μεγάλη Παρασκευή. 

Τιμάμε τους μάρτυρες και τους οσίους, αλλά δεν θέλουμε εμείς καμιά κακοπάθεια, καμιά καθυστέρηση, καμιά δυσκολία. Δυσκολευόμαστε στη νηστεία, δυσανασχετούμε στην ασθένεια, δεν ανεχόμαστε πικρό λόγο, ακόμη και όταν φταίμε, οπότε πώς να υπομένουμε αδικία, συκοφαντία, κατατρεγμό και εξορία, όπως οι άγιοί μας; Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο πως το σύγχρονο κοσμικό πνεύμα της ευκολίας, της ανέσεως και του υπερκαταναλωτισμού έχει επηρεάσει ισχυρά το μέτρο της πνευματικής ζωής. Θέλουμε γενικά ένα αντιασκητικό Χριστιανισμό. Η Ορθοδοξία όμως βάση έχει το ασκητικό Ευαγγέλιο. 

Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα της εποχής μας είναι η νοσηρή και υπερβολική εμπιστοσύνη του ανθρώπου στη λογική, τη διάνοια, τη γνώση και την κρίση του. Πρόκειται για τον παχυλό και κουραστικό εν τέλει ορθολογισμό. Η νηπτική ορθόδοξη θεολογία μας δι­δάσκει το νου να τον έχουμε εργαλείο και να τον κατεβάσουμε στην καρδιά. Η Εκκλησία μας δεν καλλιεργεί και παράγει διανοούμενους. Για μας ο ορθολογισμός δεν είναι φιλοσοφική νοοτροπία, αλλά μία καθαρά αμαρτητική βιοθεωρία, μία μορφή αθεΐας, αφού αντιβαίνει στην εντολή της πίστεως, της ελπίδος, της αγάπης και της εμπιστοσύνης στον Θεό. Ο ορθολογιστής κρίνει τα πάντα με την κρισάρα του μυαλού, μόνο με τον πεπερασμένο νου του, κέντρο είναι ο εαυτός του και το κυρίαρχο εγώ του και δεν εμπιστεύεται τη θεία Πρόνοια, τη θεία Χάρη και θεία Βοήθεια στη ζωή του. 

Θεωρώντας συχνά τον εαυτό του αλάνθαστο ο ορθολογιστής δεν επιτρέπει στον Θεό να επέμβει στη ζωή του και να τον κρίνει. Έτσι δεν θεωρεί ότι έχει ανάγκη εξομολογήσεως. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος όμως λέγει πως το να νομίζει κάποιος πως δεν έπεσε σε αμαρτήματα, αυτό είναι η πιο μεγάλη πτώση και πλάνη και το πιο μεγάλο αμάρτημα. Παρασυρμένοι ορισμένοι νεώτεροι θεολόγοι μιλούν γι' αστοχία και όχι για αμαρτία, θέλοντας ν' αμβλύνουν τη φυσική διαμαρτυρία της συνειδήσεως. Η αυτάρκεια ορισμένων εκκλησιαζομένων και νηστευόντων χριστιανών κρύβει ενίοτε ένα λανθάνοντα φαρισαϊσμό, ότι δεν είναι όπως οι λοιποί των ανθρώπων και ως εκ τούτου δεν χρήζουν εξομολογήσεως. 

Κατά τους αγίους πατέρες της Εκκλησίας μας το μεγαλύτερο κακό είναι η υπερηφάνεια, η μητέρα όλων των παθών κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος. Πρόκειται για πολύτεκνη μητέρα με πρώτες θυγατέρες την κενοδοξία και την αυτοδικαίωση. Η υπερηφάνεια είναι μία μορφή άρνησης Θεού, είναι εφεύρεση των πονηρών δαιμόνων, αποτέλεσμα πολλών κολακειών και επαίνων, που επιφέρει την εξουδένωση και εξουθένωση των ανθρώπων, τη θεομίσητη κατάκριση, τον θυμό, την οργή, την υποκρισία, την ασπλαχνία, τη μισανθρωπία, τη βλασφημία. Η υπερηφάνεια είναι ένα πάθος φοβερό, δύσκολο, δυνατό και δυσθεράπευτο. Η υπερηφάνεια επίσης είναι πολυδύναμη και πολυπρόσωπη. Εκδηλώνεται ως ματαιοδοξία, μεγαλαυχία, οίηση, αλαζονεία, υπεροψία, φυσίωση, τύφωση, καύχηση, ιταμότητα, έπαρση, μεγαλομανία, φιλοδοξία, φιλαυτία, φιλαρέσκεια, φιλοχρηματία, φιλοσαρκία, φιλαρχία, φιλοκατηγορία και φιλονικία. Ακόμη ως αυταρέσκεια, προσωποληψία, αυθάδεια, αναίδεια, παρρησία, αναλγησία, αντιλογία, ισχυρογνωμοσύνη, ανυπακοή, ειρωνεία, πείσμα, περιφρόνηση, προσβολή, τελειομανία και υπερευαισθησία. Η υπερηφάνεια τελικά οδηγεί στην αμετανοησία. 

Όργανο της υπερηφάνειας συχνά γίνεται η γλώσσα. Με την αργολογία, τη φλυαρία, την πολυλογία, το κουτσομπολιό, τη μωρολογία, τη ματαιολογία, την ανειλικρίνεια, την αδιακρισία, τη διγλωσσία, τη διπλωματία, την ευτραπελία, την προσποίηση και τον εμπαιγμό. 

Από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα προέρχονται πολλά άλλα πάθη. Αφού αναφέραμε τα της υπερηφάνειας, ερχόμαστε στη φιλαργυρία, που γεννά τη φιλοχρηματία, την πλεονεξία, την απληστία, την τσιγγουνιά, την ανελεημοσύνη, τη σκληροκαρδία, την απάτη, την τοκογλυφία, την αδικία, τη δολιότητα, τη σιμω­νία, τη δωροληψία, τον τζόγο. Η πορνεία έχει μύριες εκφάνσεις όπως ο φθόνος με τις ύπουλες και πονηρές κακίες του, η αχόρταγη γαστριμαργία, ο θυμός και η ύποπτη ακηδία και αμέλεια. 

Ιδιαιτέρως προσοχής χρήζουν πολλά ανορθόδοξα στοιχεία στην οικογενειακή ζωή και φρονούμε πως θα πρέπει να θεαθούν προσεκτικά από εξομολόγους και εξομολογουμένους. Η αποφυγή της τεκνογονίας, η ειδωλοποίηση των τέκνων, θεωρούμενα προέκταση του εγώ των γονέων, υπερπροστατευόμενα, παρακολουθούμενα συνεχώς και εξουσιαζόμενα βάναυσα. Ο γάμος είναι στίβος ταπεινώσεως, αλληλοπεριχωρήσεως και αλληλοσεβασμού και όχι παράλληλη όδευση δύο εγωισμών, παρά την ισόβια σύζευξη και συνύπαρξη. Χορεύει ο δαίμονας όταν δεν υπάρχει συγχώρεση στις ανθρώπινες αδυναμίες και τα καθημερινά σφάλματα. Οι γονείς θα βοηθήσουν σημαντικά τα παιδιά τους όχι με την πλούσια ευγένεια έξω από το σπίτι αλλά με το ειρηνικό, νηφάλιο και αγαπητικό παράδειγμα καθημερινά μέσα στο σπίτι τους. Η συμμετοχή των παιδιών μαζί με τους γονείς τους στο μυστήριο της εξομολογήσεως θα τους ενδυναμώσει με τη θεία Χάρη και θα τους στερεώσει στη βιωματική εμπειρία με τον Χριστό. Ζητώντας οι σύζυγοι ειλικρινά συγγνώμην διδάσκουν τα παιδιά τους την ταπείνωση, που καίει τις δαιμονικές πλεκτάνες. Σ' ένα σπιτικό που ανθεί η αγάπη, η ομόνοια, η κατανόηση, η ταπείνωση και ειρήνη υπάρχει πλούσια η ευλογία του Θεού και γίνεται κάστρο απόρθητο στην κακία του κόσμου. Η με τη συγχωρητικότητα αγωγή των παιδιών δημιουργεί μία υγιά οικογενειακή εστία που τα εμπνέει και τα ενισχύει για το μέλλον τους. 

Ένα άλλο μεγάλο θέμα, που αποτελεί σοβαρό εμπόδιο για τη μετάνοια και την εξομολόγηση είναι η αυτοδικαίωση, που μαστίζει και πολλούς ανθρώπους της Εκκλησίας. Βάση της έχει, όπως είπαμε, τη δαιμονική υπερηφάνεια. Κλασικό παράδειγμα ο Φαρισαίος της παραβολής του Ευαγγελίου. 
22-Garoufalis 25 Martiou.jpgΟ αυτοδικαιούμενος άνθρωπος έχει φαινομενικά καλά, για τα οποία υπεραίρεται και θέλει να τιμάται και επαινείται. Χαίρεται να τον κολακεύουν, να εξουθενώνει και ταπεινώνει τους άλλους. Αυτοεκτιμάται υπερβολικά, αυτοδικαιώνεται παράφορα και θεωρεί τον Θεό αναγκαστικά υποχρεωμένο να τον ανταμείψει. Πρόκειται τελικά για ταλαίπωρο άνθρωπο, όπου ταλαιπωρούμενος ταλαιπωρεί και τους άλλους. Διακατέχεται από νευρικότητα, ταραχή, απαιτητικότητα, που τον αυτοφυλακίζει και δεν τον αφήνει ν' ανοίξει τη θύρα του θείου ελέους, διά της μετανοίας. 

Γέννημα της υπερηφάνειας είναι και η κατάκριση, που δυστυχώς αποτελεί συνήθεια και πολλών χριστιανών, που ασχολούνται περισσότερο με τους άλλους παρά με τον εαυτό τους. Φαινόμενο της εποχής μας και της κοινωνίας που ωθεί τον κόσμο στη συνεχή ετεροπαρατήρηση και όχι την αυτοπαρατήρηση. Οι μύριες ασχολίες και δραστηριότητες του σύγχρονου ανθρώπου δεν τον θέλουν να μείνει ποτέ μόνο προς μελέτη, περίσκεψη, προσευχή, αυτογνωσία, αυτομεμψία, αυτοέλεγχο και μνήμη θανάτου. Τα λεγόμενα μέσα μαζικής ενημερώσεως ασταμάτητα ασχολούνται σκανδαλοθηρικά, επίμονα και μακρόσυρτα με τα πάθη, τις αμαρτίες, τα παραπτώματα των άλλων. Όλ' αυτά προκαλούν, εντυπωσιάζουν και αν δεν σκανδαλίζουν πάντως φορτώνουν την ψυχή και το νου με τα βρωμερά και άσχημα και μάλιστα καθησυχάζουν, αφού εμείς είμαστε καλύτεροι. Έτσι ο άνθρωπος συνηθίζει στη μετριότητα, χλιαρότητα και εφημερότητα της φθηνής καθημερινότητος, μη συγκρινόμενος με τους αγίους και τους ήρωες. 

Έτσι η κατάκριση κυριαρχεί στις μέρες μας, θεωρώντας ο άνθρωπος ότι ενεργεί δίκαιη κάθαρση, σπιλώνοντας άλλους και μολύνοντας τον εαυτό του, δημιουργώντας κακίες, μίση, έχθρες, μνησικακίες, ζηλοφθονίες και ψυχρότητες. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής μάλιστα αναφέρει πως εκείνος που περιεργάζεται συνεχώς τις αμαρτίες των άλλων ή κρίνει τον αδελφό του από υποψία και μόνο, αυτός δεν έκανε ακόμη αρχή μετανοίας, ούτε άρχισε την έρευνα για να γνωρίσει τις αμαρτίες του. 

Λέγονται πολλά και διάφορα. ένα τελικά είναι το καίριο, σημαντικό και εξέχον. η σωτηρία μας, για την οποία δεν πολυνοιαζόμαστε παντοτεινά. Η σωτηρία δεν επιτυγχάνεται παρά μόνο με ειλικρινή μετάνοια και καθαρή εξομολόγηση. Η μετάνοια δεν ανοίγει μόνο τον ουράνιο παράδεισο, αλλά και τον επίγειο με την πρόγευση, έστω εν μέρει, της ανεκλάλητης χαράς της ατελεύτητης βασιλείας των ουρανών και της υπέροχης ειρήνης από τώρα. Οι εξομολογημένοι άνθρωποι μπορούν νάναι οι αληθινά γνήσια χαρούμενοι, οι ειρηνικοί και ειρηνοφόροι, οι κήρυκες της μετανοίας, της αναστάσεως, της μεταμορφώσεως, της ελευθερίας, της χάριτος, της ευλογίας του Θεού στις ψυχές τους και τη ζωή τους. Η πλούσια χάρη του Θεού κάνει τον λύκο πρόβατο, λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Καμιά αμαρτία δεν υπερβαίνει την αγάπη του Θεού. Κανείς αμαρτωλός αν θέλει δεν αδυνατεί ν' αγιάσει. Μας το αποδεικνύουν οι πολλοί μετανοημένοι άγιοι του Συναξαριστή. 

Ο εξομολόγος εξομολογεί και συγχωρεί τους εξομολογούμενους με τ' άγιο πετραχήλι του. Δεν μπορεί όμως να αυτοεξομολογηθεί και να θέσει ο ίδιος το πετραχήλι του στο κεφάλι του για να συγχωρηθεί. Πρέπει απαραίτητα να σκύψει σε άλλο οπωσδήποτε πετραχήλι. Έτσι λειτουργεί ο πνευματικός νόμος, έτσι τα έθεσε η πανσοφία και η φιλευσπλαγχνία του Θεού. 

Δεν μπορεί να εξομολογούμε και να μη εξομολογούμεθα. Να διδάσκουμε και να μη πράττουμε. Να μιλάμε για μετάνοια και να μη μετανοούμε οι ίδιοι. Να μιλάμε για εξομολόγηση και να μη εξομολογούμεθα τακτικά. Ουδείς αυτοκαθαίρεται και ουδείς αυτοσυγχωρείται ποτέ. Οι ασύμβουλοι, οι ανυπάκουοι, οι ανεξομολόγητοι αποτελούν σοβαρό πρόβλημα της Εκκλησίας μας. 

Αδελφοί μου αγαπητοί, το πετραχήλι του πνευματικού δύναται να γίνει θαυματουργό νυστέρι αφαιρέσεως κακοήθων όγκων, ν' αναστήσει νεκρούς, ν' ανανεώσει και μεταμορφώσει τον άκοσμο κόσμο, να χαροποιήσει γη και ουρανό. Η Εκκλησία μας εμπιστεύ­θηκε το μέγα λειτούργημα, το ιερό υπούργημα, στους ιερείς μας και όχι στους αγγέλους, για να τους πλησιάζουμε άνετα και άφοβα ως ομοιοπαθείς και ομόσαρκους. 

Όλα τα παραπάνω, ειλικρινά και διόλου ταπεινόσχημα, ειπώθηκαν από ένα συναμαρτωλό, που δεν θέλησε να κάνει τον δάσκαλο, αλλά τον συναγωνιζόμενο συμμαθητή σας. Θέλησε από αγάπη να σας θυμίσει με απλά και άτεχνα λόγια τη ζώσα παράδοση της αγίας μητέρας μας Εκκλησίας επί του πάντοτε επίκαιρου θέματος της θεοΰφαντης και θεομακάριστης μετάνοιας και της θεοπαράδοτης και θεαγάπητης ιεράς Εξομολογήσεως. 

«ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ» ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ». ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Πες με το νου σου «Ελέησέ με, Θεέ μου», και ολοκληρώθηκε η προσευχή σου.

Πες με το νου σου «Ελέησέ με, Θεέ μου», και ολοκληρώθηκε η προσευχή σου.

12 Αυγ 2011

Χωρίς Σχόλια

DSC00012.jpg

«Και πώς είναι δυνατό, λέγει, άνθρωπος κοσμικός, που είναι προσηλωμένος στο δικαστήριο, κάθε τρεις ώρες της ημέρας να προσεύχεται και να τρέχει στην Εκκλησία; Είναι δυνατό και πολύ εύκολο. Γιατί, κι αν δεν είναι εύκολο να πας στην Εκκλησία, καθώς στέκεσαι εκεί μπροστά στις πόρτες κι είσαι προσηλωμένος στο δικαστήριο, είναι δυνατό να προσευχηθείς. Γιατί δε χρειάζεται τόσο φωνή, όσο σκέψη, ούτε έκταση των χεριών, όσο τεντωμένη ψυχή, ούτε κάποια στάση, αλλά πίστη.

Γιατί κι αύτη η Άννα δεν εισακούστηκε επειδή έβγαλε δυνατή και μεγάλη φωνή, αλλ' επειδή φώναξε δυνατά μέσα στην καρδιά της. Γιατί «η φωνή της δεν ακουόταν» (Α' Βασ. /, 13), λέγει, αλλά την άκουγε ο Θεός.

Το ίδιο έκαναν πολλές φορές και πολλοί άλλοι, και ενώ ο άρχοντας μέσα φώναζε, απειλούσε, έκανε χειρονομίες, μαινόταν, αυτοί, στεκόμενοι μπροστά στις κλειστές πόρτες και λέγοντας λίγα λόγια προσευχής με το νου τους, όταν μπήκαν μέσα τον μετέβαλαν και τον καταπράυναν και τον έκαναν ήμερο, από άγριος που ήταν. Και δεν εμποδίστηκαν καθόλου, ούτε από τον τόπο, ούτε από την ώρα, ούτε από τη σιωπή για την προσευχή αυτή.

Αυτό λοιπόν κάνε κι εσύ! Στέναξε βαθειά, φέρε στη μνήμη σου τις αμαρτίες σου, στρέψε το βλέμμα σου στον ουρανό, πες με το νου σου «'Ελέησέ με, Θεέ μου», και ολοκληρώθηκε η προσευχή σου.

Γιατί αυτός που είπε «ελέησέ με», έδειξε εξομολόγηση και μετάνιωσε για τα αμαρτήματά του.

Γιατί το να ζητούν έλεος ταιριάζει σ' αυτούς που αμάρτησαν. Αυτός που είπε «ελέησέ με», πήρε συγχώρηση των σφαλμάτων του.

Γιατί αυτός που ελεήθηκε δεν κολάζεται. Αυτός που είπε «ελέησέ με», κέρδισε τη Βασιλεία των Ουρανών.

Γιατί αυτόν που θα ελεήσει ο Θεός, δεν απαλλάσσεται μόνο απ' τη κόλαση, αλλά γίνεται άξιος και των μελλοντικών αγαθών.

Ας μην προφασιζόμαστε λοιπόν λέγοντας, ότι δεν υπάρχει κοντά μας οίκος προσευχής. Γιατί εμάς τους ίδιους έκανε ναούς η χάρη του Πνεύματος του Θεού, εάν βέβαια είμαστε άγρυπνοι, ώστε να έχουμε από παντού μεγάλη ευκολία.

Η λατρεία μας δεν είναι τέτοια, όπως ήταν παλαιότερα των Ιουδαίων, που είχε πολύ το υλικό στοιχείο και απαιτούσε πολλή απασχόληση. Εκεί ο προσευχόμενος έπρεπε να ανεβεί στο ιερό, να αγοράσει τρυγόνια, να χρησιμοποιήσει ξύλα και φωτιά, να πάρει μαζί του μαχαίρι και το θύμα, γιατί εσύ ο ίδιος είσαι και ιερέας και θυσιαστήριο και θύμα. 
PIC0177.jpgΌπου λοιπόν κι αν βρίσκεσαι, μπορείς να στήσεις το βωμό, δείχνοντας μόνο νηφάλια πρόθεση, και σε τίποτα δεν σε εμποδίζει ο τόπος, ούτε σε εμποδίζει η ώρα, αλλά και χωρίς να γονατίσεις, χωρίς να χτυπήσεις το στήθος σου και χωρίς να υψώσεις τα χέρια σου στον ουρανό, μόνο εάν δείξεις θερμή διάνοια, ολοκλήρωσες το άπαν της προσευχής.

Είναι δυνατό ακόμα και γυναίκα, που κρατάει ρόκα και υφαίνει, να στρέψει το βλέμμα νοερά στον ουρανό και να επικαλεσθεί με θερμότητα το Θεό.

Μπορεί και άνθρωπος που πηγαίνει στην αγορά και βαδίζει μόνος του να κάνει μακρές προσευχές.

Κι άλλος, που κάθεται στο εργαστήριο και ράβει δέρματα, μπορεί να αφιερώσει τη ψυχή του στο Δεσπότη.

Είναι δυνατό και ο δούλος και αυτός που ψωνίζει, και αυτός που ανεβαίνει και αυτός που κατεβαίνει, και αυτός που εργάζεται στο μαγειρείο, όταν δεν μπορούν να έρθουν στην εκκλησία, να κάνουν προσευχή μακρά και ζωηρή.

Ο Θεός δεν ντρέπεται τον τόπο. Ένα πράγμα μόνο ζητά, θερμή διάνοια και ψυχή γεμάτη σωφροσύνη.

Και για να δεις ότι δεν χρειάζονται σχήματα και τόποι και ώρες γενικά, αλλά γενναίο και διεγερμένο φρόνημα, ο Παύλος, ενώ ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα στη φυλακή και δεν στεκόταν όρθιος (γιατί δεν τον άφηνε το ξύλο στο οποίο ήταν δεμένα τα πόδια του), επειδή, όντας ξαπλωμένος, προσευχήθηκε με προθυμία, ταρακούνησε τη φυλακή και τράνταξε τα θεμέλιά της και έδεσε τον αρχιφύλακα και τον οδήγησε ύστερα από αυτά στην ιερή μυσταγωγία (Πράξ. 17,25-34).

Και ο Εζεκίας επίσης χωρίς να στέκεται όρθιος, ούτε να είναι γονατισμένος, αλλά ξαπλωμένος ανάσκελα στο κρεβάτι, εξαιτίας της αρρώστιας, γύρισε τον εαυτό του προς τον τοίχο, και με το να επικαλεστεί θερμά και με σώφρονα ψυχή το Θεό, και την απόφαση που είχε ανακοινωθεί ανακάλεσε και πολλή συμπάθεια κέρδισε και ξαναβρήκε όπως πριν την υγεία του.

Κι αυτό θα μπορούσε να το δει κανείς να συμβαίνει όχι μόνο σε άγιους και μεγάλους άνδρες, αλλά και σε κακούς.

Γιατί και ο ληστής δεν στάθηκε σε ευκτήριο οίκο, ούτε γονάτισε, αλλά τεντωμένος πάνω στο σταυρό, με λίγα λόγια πέτυχε τη Βασιλεία των Ουρανών.

Άλλος μέσα σε βούρκο και σε λάκκο (Ιερ.45,6),

άλλος μέσα σε λάκκο και ανάμεσα σε θηρία (Δαν. 6,22),

άλλος μέσα στην ίδια την κοιλιά του κήτους(Ίωνα,2,2-Ι0),

αφού παρακάλεσαν το Θεό, όλα όσα τους απειλούσαν τα διέλυσαν και πέτυχαν την εύνοια του Θεού.

Και βέβαια λέγοντας αυτά σας προτρέπω να πηγαίνετε συνεχώς στις Εκκλησίες, και στο σπίτι να προσεύχεστε με πολλή ησυχία, κι όταν έχετε ελεύθερη ώρα να γονατίζετε και να ανυψώνετε τα χέρια, κι όταν έχετε ελεύθερη ώρα να γονατίζετε και να ανυψώνετε τα χέρια.

Εάν όμως είτε εξαιτίας της ώρας, είτε εξαιτίας του τόπου μείναμε ανάμεσα σε πολλούς άλλους, να μην παραλείπετε εξαιτίας αυτού τις συνηθισμένες προσευχές, αλλά να προσεύχεσθε μ' αυτόν τον τρόπο, που είπα στην αγάπη σας, και να παρακαλείτε το Θεό, με τη βεβαιότητα ότι δεν θα έχετε τίποτα λιγότερο με αυτή την προσευχή.

Αυτά σας τα είπα όχι για να με θαυμάσετε και να χειροκροτήσετε, αλλά για να τα εφαρμόσετε έμπρακτα και να αφιερώνετε τις ώρες της νύχτας και της ημέρας και της εργασίας στις προσευχές και τις δεήσεις».



(Αγ. Ι. Χρυσοστόμου, Δ΄ομιλία «Περί Άννης»)

Δεν υπάρχει τίποτε δυνατότερο ούτε ίσο με την προσευχή...

Δεν υπάρχει τίποτε δυνατότερο ούτε ίσο με την προσευχή...

04 Ιου 2013

1 Σχόλιο


pray.jpg
«Και ο Κύριος έγινε καταφύγιο για τον φτωχό,   βοηθός στην κατάλληλη στιγμή των θλίψεων» (Ψαλμ. 9, 10).
Αυτός, λέγει ο Προφήτης Δαυίδ, με ασφάλισε, διότι τίποτε δεν είναι ίσο με αυτό το καταφύγιο, τόσο εύκολο και τόσο ασφαλές. Επειδή τα άλλα καταφύγια είναι δυνατόν να τα επιβουλευτούν και δεν μπορεί κανείς να τα βρει γρήγορα και έτοιμα, αλλά εμποδίζονται και από τον τόπο, και από τον χρόνο και από χιλιάδες άλλους παράγοντες, ενώ αυτήν πάντα την βρίσκεις κοντά σου, εάν μόνον την επιζητήσεις με σωστό τρόπο. Διότι «τότε θα φωνάξεις και ο Θεός θα σε ακούσει, και ενώ εσύ ακόμα μιλάς θα σου πει, να εγώ είμαι κοντά σου» (Ήσ. 58, 9). Και «εγώ ο Θεός που είμαι κοντά σου και όχι Θεός απόμακρος» (Ιερ. 23, 23)· δεν χρειάζεται λοιπόν να διανύσουμε απόσταση, ούτε να πάμε σε άλλους τόπους, αλλά μπορούμε αυτό το καταφύγιο να το βρούμε και στο σπίτι μας.
Η προσευχή είναι το τείχος των πιστών, το όπλο μας το ακατανίκητο, η προσευχή είναι μέσον της καθάρσεως της ψυχής μας, η προσευχή είναι η απολύτρωση των αμαρτημάτων μας, η προσευχή είναι η προϋπόθεση κάθε καλού. Διότι η προσευχή δεν είναι τίποτε άλλο παρά διάλογος με το Θεό και συνομιλία με το Θεό. Ποιός λοιπόν θα μπορούσε να είναι πιο ευτυχισμένος από αυτόν που αξιώθηκε να ομιλεί συνεχώς στον Δεσπότη;
Είναι μεγάλο όπλο η προσευχή, εάν γίνεται με κατάλληλη διάθεση. Είναι μεγάλο όπλο η προσευχή, μεγάλη ασφάλεια, μεγάλος θησαυρός, μεγάλο λιμάνι, περιοχή απαραβίαστη. Μεγάλο αγαθό η προσευχή. Διότι εάν κάποιος συζητώντας με κάποιον ενάρετο άνθρωπο, παίρνει όχι μικρή ωφέλεια απ' αυτόν, εκείνος που αξιώθηκε να κάνει διάλογο με το Θεό, πόσα αγαθά δεν θα απολαύσει; Επειδή η προσευχή είναι διάλογος με το Θεό.
Δεν υπάρχει τίποτε δυνατότερο ούτε ίσο με την προσευχή ... Καμία σχέση δεν έχει με αυτή τη ζωή κατά την διάρκεια της προσευχής αυτός που προσεύχεται σωστά· ακόμη και αν βράζει μέσα του ο θυμός, εύκολα υποχωρεί, και αν ανάβει η επιθυμία, σβήνει, και αν τον λιώνει ο φθόνος, διώχνεται με πολλή ευκολία ...
Όπως ακριβώς όταν φανούν οι ακτίνες του ηλίου, φεύγουν όλα τα θηρία και κρύβονται στις φωλιές τους, έτσι και όταν η προσευχή βγει σαν ακτίνα από το στόμα και την γλώσσα μας, φωτίζεται ο νους, και όλα τα άλογα και άγρια πάθη φεύγουν δραπετεύοντας και κρύβονται στις φωλιές τους, μόνο όμως όταν προσευχόμαστε σωστά, με ψυχή άγρυπνη και νου προσεκτικό.
Αυτός που μπορεί να προσεύχεται με αφοσίωση, έστω και αν είναι πολύ πτωχός, είναι όμως ο πλουσιότερος από όλους· όπως ακριβώς πάλι αυτός που έχει στερηθεί την προσευχή, έστω και αν κάθεται στον βασιλικό θρόνο, είναι πτωχότερος από όλους.
Βασιλέας δεν ήταν ο Αχαάβ και  είχε άφθονα πλούτη; Επειδή όμως στερείτο την προσευχή, έψαχνε να βρει τον Προφήτη Ηλία για να τον βοηθήσει, έναν άνθρωπο που δεν είχε σπίτι, ούτε ρούχα, παρά μόνο μια προβιά. Πώς γίνεται συ, με τόσες αποθήκες γεμάτες από αγαθά, να ζητείς αυτόν που δεν έχει τίποτε; Τί να τις κάνω τις αποθήκες, λέγει, αφού αυτός με την προσευχή του έκλεισε τον ουρανό και όλα όσα έχω μου τα αχρήστευσε; Βλέπεις ότι ο Ηλίας ήταν πλουσιότερος από τον βασιλέα;
Και όσο αυτός σιωπούσε και δεν προσευχόταν να βρέξει, εκείνος με όλα του τα στρατεύματα βρισκόταν σε μεγάλη πτώχεια. Τί θαυμαστό πράγμα! Δεν είχε ενδύματα ο Ηλίας να φορέσει και έκλεισε τον ουρανό. Και γι' αυτό τον έκλεισε, επειδή ήταν ρακένδυτος. Επειδή δεν είχε τίποτε, γι' αυτό έγινε τόσο δυνατός· και μόλις κίνησε τα χείλη του σε προσευχή, έκανε να πέσουν με τη βροχή από τον ουρανό άφθονοι θησαυροί. Ω, στόμα που χωρά μέσα του πηγές υδάτων! Ω, γλώσσα από την οποία ξεχύνονται βροχές! Ω,  φωνή από την οποία έρχονται αναρίθμητα αγαθά!
cross22.jpg

Τίποτε δεν είναι πιο δυνατό από τον άνθρωπο που προσεύχεται γνήσια. Η προσευχή είναι φωτιά και μάλιστα όταν αναπέμπεται από προσεκτική και άγρυπνη ψυχή. Δεν είναι μικρός σύνδεσμος του ανθρώπου με το Θεό η προσευχή, αφού μας συνηθίζει να μιλούμε μαζί Του και μας οδηγεί στην φιλοσοφημένη ζωή.
Εάν με το να ανακοινώσει κάποιος τις συμφορές του σε ανθρώπους και διηγηθεί τα βάσανά του αισθάνεται κάποια παρηγοριά, διότι ανακουφίζεται με όσα λέγει, πολύ περισσότερο θα ειρηνεύσεις και θα παρηγορηθείς αν ανακοινώσεις στον Κύριό σου με την προσευχή τα παθήματα της ψυχής σου. Και οι μεν άνθρωποι βαριούνται πολλές φορές αυτόν που θρηνεί και οδύρεται προς αυτούς και τον απομακρύνουν, ο Θεός όμως ποτέ δεν το κάνει αυτό, αλλά αντίθετα τον πλησιάζει και τον προσελκύει. Και όλη την ημέρα αν διηγείσαι τις συμφορές σου, περισσότερο σε αγαπά και σε ακούει. Ο Θεός συνηθίζει πάντοτε να ξεπερνά και να προλαβαίνει τα αιτήματά μας.
Όπως μία πόλη ατείχιστη εύκολα καταλαμβάνεται από τους εχθρούς, επειδή δεν τους εμποδίζει κανείς, έτσι και μία ψυχή που δεν είναι περιφραγμένη με προσευχές και με δεήσεις εύκολα την υποτάσσει ο διάβολος και την κάνει δεκτική κάθε αμαρτίας και κακώσεως.
Αν στερήσεις τον εαυτό σου από την προσευχή, είναι σαν να έβγαλες το ψάρι από τη θάλασσα- διότι όπως το ψάρι ζει με το νερό, έτσι και συ ζεις με την προσευχή· και όπως εκείνο πλέει, εύκολα επάνω στο νερό, και πηγαίνει όπου θέλει, έτσι και συ με την προσευχή θα περάσεις τους ουρανούς και θα πλησιάσεις το Θεό.
Όπως το χρυσάφι και οι πολύτιμοι και ωραίοι λίθοι και τα μάρμαρα κοσμούν τα σπίτια των βασιλέων, έτσι και η προσευχή κοσμεί τον άνθρωπο και τον κάνει κατοικία του Χριστού.
«Κάμπτω», λέει, «τα γόνατά μου προς τον Πατέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού ... για να κατοικήσει το Χριστός με την πίστη στις καρδιές μας ...» (Εφεσ. 3. 14, 17). Πώς και με τί μπορείς να εγκωμιάσεις την προσευχή, η οποία σε κάνει ναό και κατοικία του Θεού; Εκείνος τον οποίο δεν χωρούν οι ουρανοί, έρχεται και μπαίνει στη ψυχή εκείνου που ζει με προσευχές.
Όμως πρέπει κι εμείς να ακούσουμε τα λόγια και τις παραγγελίες του Θεού και πάντοτε να προσπαθούμε να πολιτευόμαστε με ύμνους και προσευχές και περισσότερο να έχουμε το νου και το σώμα μας προσηλωμένα στη λατρεία και δοξολογία του Θεού παρά στις βιοτικές μέριμνες, διότι ζώντας έτσι θα ζούμε όπως πραγματικά πρέπει να ζουν οι άνθρωποι. Επειδή όποιος δεν προσεύχεται στο Θεό, ούτε επιθυμεί να συνομιλεί συχνά μαζί Του, αυτός είναι νεκρός και άψυχος και βρίσκεται μέσα στην αγνωσίαδιότι πρώτο σημάδι της αγνωσίας είναι το να μη γνωρίζει κάποιος το μεγαλείο της τιμής που του γίνεται, να μην αγαπά την προσευχή και να μην καταλαβαίνει πως όταν δεν προσεύχεται είναι νεκρός. Διότι όπως το σώμα μας χωρίς ψυχή είναι νεκρό και βγάζει δυσωδία, έτσι και η ψυχή που δεν προσεύχεται είναι νεκρή και άθλια και ακάθαρτη.
Αυτό μας το διδάσκει και ο  Προφήτης Δανιήλ, ο οποίος προτίμησε να πεθάνει παρά να στερηθεί τρεις ημέρες την προσευχή· επειδή ο βασιλέας των Βαβυλωνίων δεν τον πρόσταξε να ασεβήσει, αλλά μόνο για τρεις ημέρες να μην κάνει την προσευχή του. Αλλά ο Προφήτης δεν δέχθηκε να στερηθεί την προσευχή, γι' αυτό και δεν στερήθηκε και την βοήθεια του Θεού.

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος